Στη Λογοτεχνία, "άρση της δυσπιστίας" ονομάζεται η κατάσταση κατά την οποία ο αναγνώστης ενδίδει στις προτάσεις του συγγραφέα και αντιμετωπίζει αυτές ως αληθινές, προκειμένου να υπάρξει μυθοπλασία.
Στη σχέση Νευρολόγου-ασθενή, συμβαίνει συχνά τα συμπτώματα, τα οποία παρουσιάζει ο ασθενής, να ερμηνεύονται ως μυθοπλασία.
Η βάση συνεργασίας είναι αναμφίβολα δύσκολη. Το τί είναι αληθινό και τί όχι είναι χρόνιο αντικείμενο της φιλοσοφίας, που εν τέλει έκανε χώρο για την υποκειμενικότητα στην αντίληψη του κόσμου.
Όμως η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι νόσος με κυρίως τρανταχτά σωματικά συμπτώματα, και προκειμένου αυτά να γίνουν αντιληπτά ως αληθινά, πρέπει να ξεπεραστούν δύο επιπλέον σκόπελοι:
α. πώς μεταδίδεις την εμπειρία μίας αίσθησης, π.χ. μίας ζάλης, σε ένα υποκείμενο (γιατρό), το οποίο, όση καλή θέληση και αν έχει να βοηθήσει, δε γνωρίζει εμπειρικά ούτε την ποιότητα ούτε την ποσότητα αυτής της αίσθησης;
β. πώς κατατάσσει το ίδιο υποκείμενο (γιατρός) στην υπάρχουσα θεώρηση της νόσου συμπτώματα τα οποία μπορεί να τα κατανοεί ως αισθήσεις, αλλά τα θεωρεί άσχετα με τη νόσο (π.χ. πονοκέφαλο και ημικρανίες);
Εάν δεν ξεπερνιούνται αυτοί οι δύο σκόπελοι, τα συμπτώματα που περιγράφει ο ασθενής είτε υποτιμώνται και δε λαμβάνονται υπόψη ως αληθινά είτε εκτιμώνται αλλιώς και δε λαμβάνονται υπόψη ως συμπτώματα της νόσου. Αντίθετα, μπορεί εύκολα να αποδοθούν σε μία ανεξάρτητη κατηγορία, το "άγχος", που είναι συχνά ένας κουβάς για όσα η επιστήμη δεν έχει ακόμη εξηγήσει.
Μία τέτοια αντιμετώπιση χρεώνει με ευθύνες τις περισσότερες φορές πάλι τον ασθενή, πως αυτός ίσως δεν έκανε κάτι καλά, πως φαντάζεται πράγματα που δεν υπάρχουν ή είναι ο μοναδικός υπεύθυνος για την επιδείνωσή του. Και ο κύκλος της ενοχής-κατάθλιψης συνεχίζεται.
Ο λόγος του ασθενή είναι, αναγκαστικά, ο μόνος που έχει ο Νευρολόγος για να μετρήσει συμπτώματα των οποίων την ύπαρξη δε μπορεί να κατατάξει αλλιώς. Ζάλη, κόπωση, αδυναμία, κακή κυκλοφορία αίματος στα άκρα είναι συμπτώματα που εξηγεί το σύνδρομο Χρόνιας Εγκεφαλονωτιαίας Φλεβικής Ανεπάρκειας, και τα οποία έμεναν αθεράπευτα προηγουμένως ή αποδίδονταν σε άλλες αιτίες. Η δε ύπαρξη πονοκεφάλων και ημικρανιών στην πολλαπλή σκλήρυνση φαίνεται αναγκαστική εν όψει του CCSVI, αλλά απορρίπτονταν ως τέτοια στο αυτοάνοσο μοντέλο. Συνέπεια; Διαιώνιση της άγνοιας, του φόβου, του πόνου, και δημιουργία πραγματικού άγχους αφού ο ασθενής έπρεπε να συμβιβάσει δύο ασυμβίβαστες καταστάσεις:
α. αυτό που εγώ νιώθω
β. αυτό που ο γιατρός λέει πως νιώθω
Συνήθως η ζυγαριά γέρνει υπέρ της γνώμης της αυθεντίας, και όχι υπέρ του ασθενούς, που έχει άλλωστε τις περισσότερες φορές ένα σωρό λόγους για να μην έχει ορθή κρίση.
Ισχύει πως και ο ασθενής είναι άλλο ένα υποκείμενο μέσα στον κόσμο και δεν έχει πάντα ορθή κρίση, όμως χωρίς άρση της δυσπιστίας εκ μέρους των Νευρολόγων, είτε για τον λόγο των ασθενών είτε για νέες επιστημονικές προτάσεις όπως το CCSVI, πρόοδος δε γίνεται.
β. πώς κατατάσσει το ίδιο υποκείμενο (γιατρός) στην υπάρχουσα θεώρηση της νόσου συμπτώματα τα οποία μπορεί να τα κατανοεί ως αισθήσεις, αλλά τα θεωρεί άσχετα με τη νόσο (π.χ. πονοκέφαλο και ημικρανίες);
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι τι πάει να πει "σύμπτωμα άσχετο με τη νόσο"; Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η ομαδοποίηση συμπτωμάτων και καταστάσεων σε νόσους έγινε, όχι τόσο επειδή είναι μια θεώρηση κοντά στην πραγματικότητα, αλλά για να μπορέσει να μπει η γνώση μας για το ανθρώπινο σώμα σε μία σειρά.
Ένας άνθρωπος βιώνει τα συμπτώματα και παρουσιάζει τα σημεία μιας νόσου επειδή πάσχει από αυτή τη νόσο ή λέμε ότι πάσχει από τη νόσο επειδή βιώνει τα συμπτώματά της και παρουσιάζει τα σημεία της;
Το ανθρώπινο σώμα είναι ένα ενιαίο σύστημα, και, συνεπώς, οι καταστάσεις στις οποίες βρίσκεται είναι και αυτές ενιαίες και επηρεάζει η μία την άλλη. Για κάποιο λόγο έρχεται στο μυαλό μου το σφάλμα διαταραχής από τη θεωρία μετρήσεων:
Κάθε όργανο μέτρησης που εισάγεται διαταράσσει την ισορροπία της διάταξης, με αποτέλεσμα να επηρεαστεί το υπό μέτρηση μέγεθος. Αυτό που τελικά μετράται είναι το φυσικό μέγεθος μέσα στο σύστημα διάταξης-οργάνου μέτρησης και όχι το μέγεθος μέσα στη διάταξη.
Όποια και αν είναι η θεώρηση μιας νόσου, είναι αδύνατον να μην διαταράξει την ισορροπία ολόκληρου του σώματος. Συνεπώς, δεν υπάρχουν άσχετα με τη νόσο συμπτώματα. Και καλό είναι να μην πέφτουμε στο λάκκο του διαχωρισμού των νόσων, που η ίδια επιστήμη άνοιξε για καθαρά πρακτικούς λόγους.